Βασικός θεσμός για το Ελληνικό Δίκαιο αποτελεί η προστασία της οικογένειας και η παροχή επαρκών εφοδίων από τους γονείς στα τέκνα για την οικονομική και ηθική τους ενίσχυση. Στην πράξη συνήθης περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων αποτελεί η μεταβίβαση με γονική παροχή. Σύμφωνα με το νόμο, γονική παροχή είναι η παροχή περιουσίας από οποιονδήποτε γονέα στο παιδί του.
Ανάλογη με τη γονική παροχή είναι και η δωρεά, δηλαδή η παραχώρηση ή η μεταβίβαση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, κινητού ή ακινήτου, χωρίς αντάλλαγμα.
Γονική παροχή μπορεί να γίνει μόνο από τους γονείς προς τα παιδιά, ενώ η δωρεά μπορεί να γίνει από οποιονδήποτε σε οποιονδήποτε. Η γονική παροχή μπορεί να αφορά οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, όπως χρήματα, σπίτια, οικόπεδα, χωράφια, επικαρπία ή ψιλή κυριότητα σε ακίνητο. Στη γονική παροχή δεν είναι επιβεβλημένος ο συμβολαιογραφικός τύπος, παρά μόνο αν η παροχή περιλαμβάνει και ακίνητη περιουσία, οπότε η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου είναι απαραίτητη. Στην περίπτωση που η γονική παροχή περιλαμβάνει ακίνητη περιουσία , το συμβολαιογραφικό έγγραφο υπογράφεται τόσο από το γονέα όσο και από το τέκνο και στη συνέχεια μεταγράφεται στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή καταχωρείται στο αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο. Αντίθετα, η δωρεά είτε αφορά ακίνητο είτε κινητό πράγμα γίνεται πάντοτε με συμβολαιογραφικό έγγραφο.
Στην ουσία, η γονική παροχή είναι δωρεά, πλην όμως έχει ευνοϊκή αντιμετώπιση από φορολογική άποψη. Η αντιμετώπιση από το φορολογικό νομοθέτη των γονικών παροχών είναι εμφανώς επιεικέστερη. Η γονική παροχή είναι αφορολόγητη μέχρι μια ορισμένη αξία, σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα φορολογικό νόμο και πέραν του αφορολογήτου ορίου, η γονική παροχή φορολογείται κλιμακωτά. Τόσο στη δωρεά όσο και στη γονική παροχή, τον φόρο τον πληρώνει αυτός που αποκτά τη δωρεά ή τη γονική παροχή και εξαρτάται από το ύψος της περιουσίας που αυτός αποκτά. Η φορολογική υποχρέωση, όταν πρόκειται για κινητά πράγματα γεννάται, όταν παραδοθεί το πράγμα, ενώ προκειμένου για ακίνητα, μόλις καταρτισθεί το συμβόλαιο.
Αξίζει, εδώ, να επισημάνουμε ότι ο νόμος δίνει στο δωρητή το δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, σε περίπτωση που φάνηκε αχάριστος ως προς το δωρητή ή στη σύζυγό του ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωσή του να διατρέφει το δωρητή. Η ανάκληση της δωρεάς γίνεται με δήλωση του δωρητή προς το δωρεοδόχο και αποκλείεται σε περίπτωση που ο δωρητής συγχώρεσε το δωρεοδόχο ή εάν πέρασε ένα έτος αφότου ο δωρητής έμαθε το λόγο ανάκλησης, χωρίς να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια. H ανάκληση αποκλείεται σε περίπτωση που η δωρεά έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας.
Τέλος, όταν δημιουργείται σύγχυση σχετικά με το αν η γονική παροχή είναι δωρεά, το μέτρο της κρίσης για την ελληνική νομολογία, αποτελεί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση η περιουσιακή κατάσταση των γονέων, ο αριθμός των τέκνων, οι ανάγκες των τέκνων, ως και η οικονομική κατάσταση των άλλων τέκνων.